κείμενα

άσκηση 1 
(η διανομή των εθνικών κτημάτων)

ΠΗΓΗ 1
Η αγροτική μεταρρύθμιση του 1871
Γενικώς, το ελληνικό κράτος, εθνικοποιώντας την γη στα 1828, εμφανίζεται ως πρωτοποριακό μεταξύ των συγχρόνων καπιταλιστικών κρατών, επί του θέματος της γεωργικής πολιτικής. Ομοίως, η εν συνεχεία διανομή της εθνικοποιημένης γης στα 1871 δεν ήταν παρά μια λογική συνέπεια του ίδιου θεμελιώδους κρατικού προσανατολισμού: η διανομή της γης, κατακερματισμένης σε μικρούς οικογενειακούς κλήρους, δεν ήταν αντίθετη με την προηγηθείσα εθνικοποίηση, αλλά μάλλον μια ρεαλιστικότερη εφαρμογή της ίδιας αρχής. Ο κοινός στόχος και στις δύο περιπτώσεις ήταν να εμποδιστεί η μεγάλη γαιοκτησία. Η πρόοδος της μικρής οικογενειακής επιχείρησης, ισοδυναμώντας με μια de facto (εκ των πραγμάτων) εθνικοποίηση της γης, είχε ακόμη ως συνέπεια την ευρύτερη εθνικοποίηση της αγροτικής οικονομίας στο σύνολό της, θεωρούμενης ως όλου. Στο σημείο αυτό, η πολιτική του ελληνικού κράτους προανάγγελλε ή την ανάλογη πολιτική των συγχρόνων καπιταλιστικών κρατών υπέρ μιας μικροαγροτικής γεωργίας, όπως αυτή εφαρμόστηκε στα ευρωπαϊκά κράτη από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Το ελληνικό κράτος, είτε εθνικοποιώντας την γη στα 1828 είτε διανέμοντάς την στα 1871, ετήρησε πάντα μια καθαρώς δύσπιστη και εχθρική στάση απέναντι της μεγάλης γαιοκτησίας και του αγροτικού καπιταλισμού εν γένει. Εκ παραλλήλου, το Κράτος ευνόησε πάντα την κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας, δια μέσου του προνομιούχου χώρου της αγοράς, επί τη βάσει της μικρής οικογενειακής επιχείρησης και ιδιοκτησίας.
Κ. Βεργόπουλου, Το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα, σ. 115

ΠΗΓΗ 2
Η γεωργία και η αγροτική μεταρρύθμιση του 1871
Τελικά το Μάρτιο του 1871, ο Κουμουνδούρος, με υπουργό το Σωτηρόπουλο, πέτυχε την ψήφιση νόμου με αποτέλεσμα να διανεμηθούν 2.650.000 στρέμματα σε 357.217 κλήρους με αγοραία αξία 90.000.000 δρχ. Η σημασία της αγροτικής αυτής μεταρρυθμίσεως εκτιμάται πληρέστερα, όταν συνειδητοποιηθεί το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων χωρικών της εποχής εποχής εκείνης αποκαταστάθηκαν ως ιδιοκτήτες στη γη που καλλιεργούσαν. Οι μικροί ιδιοκτήτες καλλιεργητές επιδόθηκαν, όπως ήταν φυσικό, στις πιο κερδοφόρες καλλιέργειες και ιδιαίτερα σε εκείνες που προορίζονταν για εξαγωγή. Μέσα σε διάστημα μιας τριετίας, τα 40% και πλέον των καλλιεργούμενων εκτάσεων καλύπτονταν από φυτείες (σταφιδαμπελώνες, βαμβακοφυτείες, καπνοφυτείες, κλπ.). Οι αγαθές για την οικονομία επιπτώσεις υπήρξαν άμεσες. Από την μια πλευρά παρατηρήθηκε ραγδαία εισροή ξένου συναλλάγματος και από την άλλη τα έσοδα του Δημοσίου από τους τελωνειακούς δασμούς εξαγωγής πολλαπλασιάσθηκαν. Η επέκταση όμως των φυτειοκαλλιεργειών επηρέασε αρνητικά την παραγωγή δημητριακών. Από την εποχή εκείνη σημειώνεται το χρόνιο έλλειμμα της χώρας με συνεπακόλουθο τη δαπάνη τεράστιων συναλλαγματικών αποθεμάτων για εισαγωγές. …………………………………………………………………………………………
Η αγροτική μεταρρύθμιση έλυσε το πρόβλημα της εθνικής γης. Δεν έθιξε όμως καθόλου το ζήτημα των μεγάλων ιδιωτικών εκτάσεων της Αττικής (170.000 στρέμματα ή 40% περίπου του συνόλου), τα οποία είχαν τσιφλικοποιηθεί από την εποχή της Ανεξαρτησίας. Οι γαιοκτήμονες των τσιφλικιών αυτών είχαν πετύχει μια σειρά δικαστικών αποφάσεων με τις οποίες του αναγνωρίζονταν τα δικαιώματα πλήρους ιδιοκτησίας. Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις που σημειώθηκαν στον αγροτικό τομέα στη δεκαετία αυτή, η γεωργία θα συνεχίσει ακόμη για καιρό να υποφέρει από βασικές ελλείψεις: Η αγροτική δανειοδότηση παρέμεινε υποτυπώδης. Η εισαγωγή νεωτεριστικών μεθόδων καλλιέργειας, κυρίως με τη χρησιμοποίηση λιπασμάτων, δεν προχώρησε. Το ανύπαρκτο οδικό δίκτυο και η έλλειψη μεταφορικών μέσων στις περισσότερες περιφέρειες δεν επέτρεπε την εμπορία αγροτικών προϊόντων σε μεγάλη έκταση, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό αγροτών να περιορίζεται σε καλλιέργειες που μόλις επαρκούν για τις βιοτικές ανάγκες των οικογενειών τους.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΓ΄, σσ. 310-311


Λαμβάνοντας υπόψη το κείμενο του βιβλίου σας και το περιεχόμενο των παραπάνω πηγών: α) Να παρουσιάσετε το περιεχόμενο της αγροτικής μεταρρύθμισης του 1871. β) Να επισημάνετε τις συνέπειες της μεταρρύθμισης στη γεωργία, στην εθνική οικονομία γενικότερα. [ΚΕΕ, Από την αγροτική οικονομία στην αστικοποίηση] 

άσκηση 2 (διανομή των εθνικών κτημάτων)


Ουσιαστικά, το ζήτημα των εθνικών γαιών δημιουργήθηκε όχι ως αποτέλεσμα της Επανάστασης, αλλά ταυτόχρονα με την έκρηξη της Επανάστασης, όταν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα και οι χωρικοί κατέλαβαν τη γη, τις φυτείες και τα αγροκτήματα που ανήκαν σε μουσουλμάνους μετά το σφαγιασμό ή την αποχώρησή τους. Κατέλαβαν επίσης τις γαίες που ανήκαν στο Οθωμανικό Δημόσιο, καλλιεργημένες και ακαλλιέργητες. «Η κρίσιμη συμβολή των αγροτικών πληθυσμών στη στρατιωτική επικράτηση της Επανάστασης επηρέασε αποφασιστικά την τύχη των πρώην μουσουλμανικών γαιών. Παρότι οι κατά τόπους ισχυροί προεστοί και πολέμαρχοι προσπάθησαν να τις ιδιοποιηθούν, στις περιοχές που κατέκτησε ο επαναστατικός στρατός η κυριότητα των ‘εθνικών γαιών’, όπως τώρα πλέον αποκαλούνταν, πέρασε στο επαναστατικό κράτος. Προκειμένου να αποφύγουν κοινωνικές εξεγέρσεις, οι επαναστατικές διοικήσεις αναγκάστηκαν να απαγορεύσουν κάθε μεταβίβαση εθνικής γης κατά τη διάρκεια του πολέμου, παρά τις επείγουσες χρηματικές ανάγκες της Επανάστασης» (βλ. Φραγκιάδης Α., Ελληνική Οικονομία 19ος-20ός αιώνας. Από τον αγώνα της Ανεξαρτησίας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση της Ευρώπης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2007, σελ. 25). Ο Σπ. Τρικούπης μεταφέρει το παρακάτω επεισόδιο από τα χρόνια της Επανάστασης, σχετικά με τις αντιδράσεις των ακτημόνων απέναντι στα σχέδια εκποίησης της εθνικής γης: «Στη διάρκεια της Βˊ Εθνικής Συνέλευσης (Άστρος 1823) αρκετοί αγανακτισμένοι ακτήμονες στρατιώτες, μόλις πληροφορήθηκαν ότι είχε υποβληθεί από μερικούς στη Συνέλευση σχέδιο ψηφίσματος ‘περί εκποιήσεως εθνικών γαιών’ - που θα κατέληγαν ευνόητα στους προύχοντες γαιοκτήμονες, τους μόνους που διέθεταν χρήματα – έγραψαν σε ένα μεγάλο χαρτί ‘Εκποίηση Γης’(της πρώην οθωμανικής και νυν εθνικής). Το έστησαν και άρχισαν να το πυροβολούν. Από τους πυροβολισμούς αυτής της πρωτότυπης κίνησης διαμαρτυρίας προκλήθηκε μεγάλη αναστάτωση», βλ. Τρικούπης Σπ., Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τόμος Γ, επανέκδοση Αθήνα 1978, σελ. 36. Η εθνικοποίηση της πρώην οθωμανικής γης κατά την Επανάσταση και το ρευστό και ασαφές καθεστώς τους προσφέρονταν για κάθε λογής αυθαιρεσίες και αποτέλεσε μια καλή ευκαιρία για τους προύχοντες να αυξήσουν την έγγεια ιδιοκτησία τους: «Ωστόσο η Επανάσταση της οποίας ηγούνταν, απαιτούσε τη στρατολόγηση χωρικών για τη συνέχιση του αγώνα. Έτσι η εθνική γη πήρε συμβολική μορφή, ήταν η γη των προγόνων την οποία οι χωρικοί έπρεπε να ανακτήσουν. Όλες οι εθνοσυνελεύσεις αναγνώριζαν τόσο το δικαίωμα των Ελλήνων στην ελευθερία όσο και το δικαίωμά τους στη γη», (βλ. Καρούζου Ε., «Θεσμικό πλαίσιο και αγροτική οικονομία» στο Κωστής Κ.-Πετμεζάς Σ. (επιμ.), Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τον 19ο αιώνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2001, σελ. 183).

Με βάση την παραπάνω πηγή ποιοι λόγοι έκαναν το επαναστατικό κράτος να προχωρήσει στην εθνικοποίηση της γης;


ασκηση 3 (εμπορική ναυτιλία)


 ΚΕΙΜΕΝΟ Α
[...] Με τη συνθήκη του Κιουτσούκ - Καϊναρτζί η Ρωσία απέκτησε το δικαίωμα να προστατεύει όλους τους ορθοδόξους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή σχεδόν ολόκληρη την υπόδουλη Βαλκανική, από κάθε αυθαιρεσία του κατακτητή· σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η χρήση της ρωσικής σημαίας. [...] Τα ελληνικά πλοία ωφελήθηκαν από τη χρήση της ρωσικής σημαίας, κυρίως όταν εμπορεύονταν στον Εύξεινο Πόντο και γι' αυτό όφειλαν να περάσουν τα Στενά. [...] Ο αριθμός των πλοίων και η μεταφορική τους ικανότητα αυξάνονταν συνεχώς και τα κέρδη που απέφεραν τα ταξίδια επενδύονταν πάλι στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Έτσι, όταν με τη Γαλλική επανάσταση (1789) και τους πολέμους του Ναπολέοντα οι ρυθμοί διεξαγωγής του ευρωπαϊκού εμπορίου αναστατώθηκαν και οι δύο κυρίαρχες στο εμπόριο της Ανατολικής Μεσογείου δυνάμεις, η Γαλλία και η Αγγλία, σχεδόν αποσύρθηκαν από αυτό λόγω της εμπλοκής τους στους πολέμους ως αντίπαλοι, η ελληνική ναυτιλία ήταν έτοιμη να καλύψει το κενό. Η τελευταία δεκαετία του 18ου και η πρώτη του 19ου αιώνα ήταν η χρυσή εποχή της [...]
 Β. Κρεμμυδάς, Η οικονομία των Ελλήνων, Πενήντα κρίσιμα χρόνια, 1770-1821, στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τόμος 7ος , Ελληνικά Γράμματα, 2003, σ.285.

ΚΕΙΜΕΝΟ Β
 Αποδεσμευμένοι από τους εξαναγκασμούς που υφίσταντο ως «υποταγμένη εθνότητα» στο πλαίσιο της Αυτοκρατορίας, οι επιχειρηματίες που εγκαθίστανται στη Σύρο, με επικεφαλής τους Χιώτες μεγαλεμπόρους, θα μπορέσουν επιτέλους να αξιοποιήσουν το εμπορικό τους ταλέντο. Καθώς ελέγχουν τα δίκτυα των ανταλλαγών στην περιοχή και βρίσκονται σε διαρκή επαφή με τους συγγενικούς τους ελληνικούς εμπορικούς οίκους της διασποράς, στο Λονδίνο, τη Μασσαλία, το Άμστερνταμ, την Τεργέστη ή την Οδησσό, θα καταστήσουν τη νέα τους πατρίδα αναγκαίο ενδιάμεσο σταθμό στην κίνηση των ανταλλαγών ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. [...] Η Σύρος θα γίνει, λοιπόν, ένα είδος αποθήκης, ένα εμπορικό πρακτορείο της ανατολικής Μεσογείου. Αγοράζει από τη Δύση, χονδρικά και επί πιστώσει τις περισσότερες φορές, υφάσματα βαμβακερά και μάλλινα, σιδερικά και είδη κιγκαλερίας, δέρματα και ζάχαρη, και τα συγκεντρώνει στις αποθήκες της διαμετακόμισης, ώσπου να τα μοιράσει σιγά σιγά στα διάφορα λιμάνια της Ελλάδας και του Αρχιπελάγους, «όπου οι αποστολές εμπορευμάτων γίνονται σταδιακά, κάθε φορά που παρουσιάζονται οι αντίστοιχες ανάγκες ...». Σε αντάλλαγμα συγκεντρώνει και εξάγει τα προϊόντα του περίγυρου: δημητριακά, σπόγγους και ακατέργαστα δέρματα, βερμιγιόν και φυσικά το μετάξι.

Χρ. Αγριαντώνη, Οι απαρχίες της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα, Ιστορικό Αρχείο Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, Αθήνα 1986, σσ. 84 – 86

Αντλώντας στοιχεία από τα κείμενα που ακολουθούν και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις να αναφερθείτε στην εμποροναυτική δραστηριότητα των Ελλήνων προεπαναστατικά και έως τα μέσα του 19ου αιώνα.

άσκηση 4
πηγή 1
Η τόνωση της τοπικής οικονομίας και ειδικότερα της βιοτεχνίας με την εισαγωγή των νεότερων τεχνικών συστημάτων συμπεριλαμβανόταν στους στόχους των νέων αρχών του ελληνικού βασιλείου. Η κρατική μέριμνα εκδλώθηκε με δυο τρόπους. Πρώτα, το κράτος έστελνε κάθε τόσο περιορισμένο αριθμό υποτρόφων στο εξωτερικό για να εκπαιδευθούν σε νεότερες τεχνικές και επαγγέλματα. Και δεύτερο, οι εκάστοτε κυβερνήσεις και ο Όθωνας ανταποκρίθηκαν αρκετές φορές θετικά στο αίτημα επιχειρηματιών για υποστήριξη στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν εργοστάσια. Κάποτε οι δύο κατηγορίες παρεμβάσεων επικοινωνούσαν, όπως στην περίπτωση του Παναγιώτη Φωτεινού, που είχε σταλεί για εκπαίδευση στη Βιέννη και έπειτα ίδυσε το 1846 βαμβακλωστικό εργοστάσιο στην περιοχή της Πάτρας. Στο σύνολό τους όμως αυτές οι προσπάθειες δεν ευοδώθηκαν, καθώς δεν συνοδεύτηκαν από ανάλογη μέριμνα για την τύχη της παραγωγής και είχαν να αντιμετωπίσουν και ένα περιβάλλον που δεν ευνοούσε τη βιομηχανία στις πρώτες δεκαετίες του νέου κράτους. Μεταξύ του 1830 και 1845 πάνω από 20 επιχειρήσεις υποστηρίχτηκαν με ποικίλους τρόπους από το κράτος, για την ίδρυση εργοστασίων μεταξουργίας, βυρσοδεψίας, χαρτιού, σόδας, ζάχαρης, φεσιών κλπ. Ελάχιστες όμως επέζησαν .
Εισαγωγή στη Νεοελληνική οικονομική ιστορία

ΠΗΓΗ 2
Η οικονομία των περιοχών που εντάχθηκαν στα νέα κρατικά σύνορα του ελληνικού βασιλείου ακολουθούσε τις τάσεις που είχαν ήδη δρομολογηθεί στα πλαίσια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στο σύστημα των εμπορικών ανταλλαγών με την Ευρώπη, που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται από το 17-18ο αιώνα, η αυτοκρατορία γινόταν όλο και περισσότερο εξαγωγέας αγροτικών προιόντων- πρώτων υλών και τροφίμων- και εισαγωγέας βιομηχανικών προιόντων - υφασμάτων κλπ. Η εκβιομηχάνιση της δυτικής Ευρώπης με επίκεντρο την Αγγλία από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα ενίσχυσε τις τάσεις αυτές, καθώς αυξανόταν δραματικά και ο συνολικός όγκος των ανταλλαγών σε διεθνές επίπεδο. Γενικότερα ο ευρωπαικός βιομηχανικός καπιταλισμός, με την επεκτατική του δύναμική έτεινε προς την ενσωμάτωση όλης της υφηλίου σε ενιαίο οικονομικό σύστηα. Οι συνέπειες των εξελίξεων αυτών για τις χώρες που μετατράπηκαν σε δορυφόρους εμπορικούς εταίρους, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, ήταν η παρακμή των παραδοσιακών βιοτεχνιών από τη μια μεριά   και η ανάπτυξη της παραγωγής και εξαγωγής αγροτικών προιόντων από την άλλη.
Εισαγωγή στη Νεοελληνική οικονομική ιστορία

με βάση τις πηγές και τις γνώσεις σας να αναφερθείτε στην κατάσταση της ελληνικής βιομηχανίας μέχρι το 1870 και στους παράγοντες ποε συνέβαλαν στην εικόνα  της.



άσκηση 5(δημόσια έργα)
ΠΗΓΗ1
Ο Χαρίλαος Τρικούπης υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά πρόσωπα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε το 1865 με την εκλογή του ως βουλευτής Μεσολογγίου. Έγινε πρωθυπουργός για πρώτη φορά το 1875, στη συνέχεια το 1878, 1886 και 1892. Το 1895 παραιτήθηκε οριστικά και αποχώρησε από τη πολιτική ζωή, έχοντας δεχτεί πιέσεις από την βασιλική αυλή και τους ξένους. Το όνομα του είναι συνδεδεμένο με τον αγώνα για την εμπέδωση του κοινοβουλευτισμού στη χώρα μας, κάτι για το οποίο ήρθε και σε διάσταση με το βασιλιά. Εξίσου, όμως, σημαντική μπορεί να θεωρηθεί και η οικονομική πολιτική που εφάρμοσε, την οποία θα δούμε. 

Διακηρύσσοντας ο Τρικούπης ότι βάσις πάσης ενέργειας είναι η οικονομική αποκατάστασις [7] , σχεδίασε και εφάρμοσε μια τολμηρή και μακρόπνοη πολιτική επιδιώκοντας τον εκσυγχρονισμό της χώρας , ώστε να φτάσει τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Όπως μας αναφέρει ο θαυμαστής του έργου του Καρολίδης, είχε πρωταρχικό στόχο την οικονομική ανόρθωση του ελληνικού κράτους. Οπαδός της μεγάλης εθνικής ιδέας, ο Τρικούπης πίστευε πως η πραγμάτωση της θα ερχόταν μέσω μιας ισχυρής οικονομίας που θα καθιστούσε το βασίλειο σε χρηματιστήριο της ανατολής[8]. 

Προφανώς η επίτευξη μιας ισχυρής οικονομίας όπως την οραματιζόταν ο τότε πρωθυπουργός της χώρας μας, δεν ήταν εύκολη υπόθεση αν αναλογιστούμε ότι η Ελλάδα τότε δεν είχε καν επαρκές οδικό δίκτυο. Έτσι από νωρίς επεδίωξε την εκτέλεση μεγάλων έργων υποδομής[9]. Κατόρθωσε να αποκτήσει η χώρα σιδηροδρομικό και οδικό δίκτυο, να διανοιχτεί η διώρυγα της Κορίνθου, να αποξηρανθεί η λίμνη της Κωπαΐδας, να παραδοθούν μεγάλες εκτάσεις στη καλλιέργεια και να εκτελεστούν σημαντικά έργα στα λιμάνια της χώρας. Το όφελος ήταν διπλό. Τόσο για την επιτέλους προσέγγιση της Ελλάδας στους ρυθμούς ανάπτυξης των δυτικών χωρών όσο και για την απόκτηση εγγυήσεων για σύναψη δανείων. Η κυβέρνηση του είχε πληρώσει ακριβά αυτή την έλλειψη απαραίτητων εγγυήσεων όταν αναγκάστηκε για την αποπεράτωση ενός δανείου να δεχτεί σκληρούς όρους όπως τον έλεγχο της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας από ξένους απεσταλμένους (π.χ. του Άγγλου Εδουάρδου Λω[10]). 


Ποιες ήταν οι θετικές συνέπειες από την κατασκευή των έργων υποδομής τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα σύμφωνα με το παράθεμα και τις γνώσεις σας;

άσκηση 6 (σιδηρόδρομος)
ΠΗΓΗ
"εάν η εφεύερεσις της τυπογραφίας, της ναυτικής πυξίδας, και της πυρίτιδος μέγιστα επέφερεν εις  τον κόσμον μεταβολάς, η του ατμού έφερε και υπόσχεται να φέρη έτι μεγαλύτερας. Σχεδόν άγνωστος προ τριάκοντα ετών, εύρεν εις τα φωτισμένα έθνη ενθουσιώδη υποδοχήν, και σήμερον δεν υπάρχει Κράτος πολιτισμένον, το οποίον δεν επροσπάθησε να απολαύση και δεν απήλαυσε τα εκ της θαυμασίας του ατμού εφευρέσεως αγαθά. Βλέπων τις την κατα τούτο άμιλλαν και κίνησιν των Κυβερνήσεων και των λαών της Αμερικής και της Ευρώπης, νομίζει ότι η υδρόγειος αύτη σφαίρα είναι προωρισμένη να καλυφθή κατά μεν την ξηράν με σιδηροδρόμους, κατά δε την θάλασσαν με ατμόπλοια, και ότι το κράτος εκείνο, το οποίον δεν ήθελεν αποφασίσει να βαδίση εις την νέαν ταύτην οδόν, θέλει καταδικασθη να μένη όπισθεν των άλλων κατά τον πολιτισμόν και την ευπορίαν."
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου για την κατασκευή σιδηροδρόμου, 1835

με βάση τις γνώσεις και την πηγή ποιες ελπίδες για ανάπτυξη έφερνε ο σιδηρόδρομος σε κάθε κράτος και ιδίως στην Ελλάδα; ποια ήταν η τελική αποτίμηση ύστερα από την ολοκλήρωση του έργου το 1909;

άσκηση 6.α (σιδηρόδρομος)
ΠΗΓΗ 1
Οι σιδηρόδροµοι είναι µέσον ή όργανον µεταφοράς, και όπως παν όργανον πρέπει να ήναι ανάλογον και σύµµετρον προς τον σκοπόν του όπως ήναι χρήσιµον, ούτω και οι σιδηρόδροµοι, ίνα ώσι χρήσιµοι, πρέπει ν’ αποφέρωσι τουλάχιστον τα της εκµεταλλεύσεώς των, ως και τον τόκον και το χρεωλύσιον των δαπανηθέντων κεφαλαίων.
 Α. Ν. Βερναρδάκη, Περί του εν Ελλάδι Εµπορίου, σ. 366
ΠΗΓΗ 2
Η κατασκευή σιδηροδρόµων – Αποτίµηση
Τα δηµόσια έργα και κυρίως η κατασκευή σιδηροδρόµων δε φαίνεται να απέδωσαν ή τουλάχιστον δεν επιτέλεσαν το σκοπό για τον οποίο εκτελέστηκαν. Αν επιχειρήσουµε µια πρώτη αποτίµηση, θα διαπιστώσουµε ότι τα δηµόσια έργα, κυρίως όµως η κατασκευή σιδηροδρόµων στις προηγµένες χώρες (στο τρίτο τέταρτο του 19ου αιώνα) λειτούργησαν ως παράγοντες 41 καπιταλιστικού µετασχηµατισµού, περισσότερο µε τις παρενέργειες που είχαν στην εκβιοµηχάνιση παρά µε τις ωφέλειες στις µεταφορές. Στην Ελλάδα όµως, το µεγαλύτερο µέρος των πρώτων υλών εισαγόταν αυτούσιο, εξαιτίας της ανύπαρκτης βιοµηχανίας κατασκευής δικτύου, τροχαίου υλικού κ.ο.κ. Ακόµα και οι τεχνικοί ήταν Γάλλοι και Ελβετοί. Παράλληλα, τα έσοδα των σιδηροδροµικών εταιρειών παραµένουν σχεδόν στάσιµα: 7.500 δρχ. ετησίως κατά χιλιόµετρο το 1884, 82.00 δρχ. το 1895, 9.000 το 1900, και 8.700, και 8.700 το 1910. Ακόµα και η πιο (και µόνη) αποδοτική γραµµή του δικτύου Αθηνών-Πειραιώς αντλούσε µεγάλο µέρος των εσόδων της από τα δηµόσια λουτρά και τις άλλες ιδιόκτητες εγκαταστάσεις της στο Φάληρο. Τέλος θα πρέπει να τονίσουµε ότι ο σχεδιασµός του σιδηροδροµικού δικτύου εξυπηρετούσε κυρίως παράλιες περιοχές και αναπόφευκτα ανταγωνίστηκε την ελληνική ναυτιλία, σε µια περίοδο οξύτατης κρίσης και ανταγωνισµού των παγκόσµιων ναυτικών µεταφορών. Σύµφωνα µε τον Γ. ∆ερτιλή, η υποτιθέµενη ένδειξη του καπιταλιστικού µετασχηµατισµού της χώρας, µε την κατασκευή των σιδηροδρόµων, απλώς συνετέλεσε σε µια βαρύτατη αύξηση της ξένης οικονοµικής κυριαρχίας µε µέσο το δηµόσιο χρέος και, τέλος, στην πτώχευση του 1893.
 Σ. Τζόκα, Ανάπτυξη και Εκσυγχρονισµός στην Ελλάδα στα τέλη του 19ου αιώνα. Υπανάπτυξη ή Εξαρτηµένη Ανάπτυξη, εκδ. Θεµέλιο, Αθήνα 1998, σσ. 26-27.

με βάση τις γνώσεις και τις πηγές ποια ήταν η συμβολή του σιδηροδρόμου στην ανάπτυξη της χώρας;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου